Angaben zum Begriff

ενέργεια > είδος ενέργειας > πρωτογενής ενέργεια

Bevorzugte Bezeichnung

πρωτογενής ενέργεια  

Definition

  • ενέργεια που περιέχεται σε ορυκτά καύσιμα και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η οποία δεν έχει υποστεί μετατροπή ή μετασχηματισμό

Gehört zur Gruppe

In anderen Sprachen

URI

http://www.eionet.europa.eu/gemet/concept/15266

Herunterladen des Begriffs im SKOS-Format: