Angaben zum Begriff
Bevorzugte Bezeichnung
Typ
-
http://www.eionet.europa.eu/gemet/2004/06/gemet-schema.rdf#Group
-
Sammlung
Gehört zur Gruppe
- gemet:groupCollection (gemet)
Gehört zu Array
Gruppenmitglieder
- carbon economy (en)
- circular economy (en)
- economic resilience (en)
- linear economy (en)
- low carbon economy (en)
- material flow (en)
- resource-efficient economy (en)
- αγαθά και υπηρεσίες
- αγορά
- αγορά
- αγορά άχρηστων υλικών
- αγορά ενέργειας
- αγοραία τιμή
- αγορά παραγόντων
- αγορά (του) περιβάλλοντος
- αγροτική (γεωργική) υποβάθμιση
- ακαθάριστο εγχώριο προϊόν
- ακαθάριστο εθνικό προϊόν
- αλιευτική οικονομία
- αμοιβή
- ανάλυση διαδικασίας
- ανάλυση κινδύνου-οφέλους
- ανάλυση κόστους-οφέλους
- ανάλυση της προθυμίας πληρωμής
- αναλώσιμο (μη διαρκές) αγαθό (εμπόρευμα)
- ανταγωνιστικότητα
- αντιρρυπαντική πρωτοβουλία
- αντιρρυπαντικό πριμ
- αξία (της) γης
- αξιολογημένη συνιστώσα του οικοσυστήματος
- αποβαλλόμενα ύδατα
- απόδοση
- απόθεμα άνθρακα
- απορρύθμιση
- αποταμίευση
- απώλεια
- αύξηση (του) κόστους
- βιομηχανική οικονομία
- γεωργική οικονομία
- δαπάνες νοικοκυριών
- δαπάνη
- δασική οικονομία
- δασμολόγιο
- δασμός
- δευτερεύων λογαριασμός
- δευτερογενής τομέας
- δημόσια ενίσχυση
- δημόσια οικονομικά
- δημόσιες δαπάνες
- δημοσιονομική (οικονομική) διαχείριση
- δημοσιονομική πολιτική
- δημόσιος τομέας
- δημόσιο χρέος
- διαθέσιμος χρόνος
- διαπραγματεύσιμη επιβάρυνση
- διαρκές αγαθό
- διαχείριση αποθεμάτων
- διαχείριση περιουσίας (περιουσιακών στοιχείων)
- Διεθνές Ταμείο για το Περιβάλλον (ΔΤΠ)
- διεθνής ανταγωνιστικότητα
- διεθνής κατανομή
- δικαίωμα (χρήσης)
- διοικητική λογιστική
- δυαδική οικονομία
- έγγειος φόρος
- εγχώρια κατανάλωση υλών
- εθνική λογιστική για το περιβάλλον
- εθνική οικονομία
- είδος επιχείρησης (οικονομικής δραστηριότητας)
- εισαγωγή
- εισόδημα
- εισφορά
- εισφορά εκπομπής θορύβου
- έκτακτος φόρος
- έλεγχος
- ελεύθερη κυκλοφορία του κεφαλαίου (κεφαλαίων)
- εμπορία
- εμπορία και κατανάλωση
- εμπορική συναλλαγή
- εμπόριο
- ενδιάμεσο αγαθό
- ενδιαφέρον
- εξαγωγή
- εξαγωγή αποβλήτων
- εξαγωγή επικίνδυνης χημικής ουσίας
- εξαγωγή επικίνδυνων αποβλήτων
- εξισωτικός (αντισταθμιστικός) φόρος
- εξυπηρέτηση χρέους
- εξωτερικές οικονομικές σχέσεις
- εξωτερικότητα
- επένδυση
- επένδυση για τον έλεγχο της ρύπανσης
- επικίνδυνο εμπόρευμα
- επιχειρηματική πολιτική
- επιχειρηματικός οργανισμός
- επιχείρηση
- επιχορήγηση
- έρευνα αγοράς
- εσωτερίκευση του περιβλλοντικου κόστους
- εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά
- εσωτερικοποίηση του εξωτερικού κόστους
- εταιρική δομή
- Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα
- εφοδιασμός
- ζητήματα (θέματα) περιβαλλοντικής οικονομίας
- ζήτηση
- θεωρία (του) χρήματος
- ιδιωτικός τομέας
- καλλιεργητική αξία
- (κατ)ανάλωση
- καταναλωτικό αγαθό
- κατανομή
- κέρδος
- κοινοτικά κεφάλαια
- κοινοτικός προϋπολογισμός
- κόστος
- κόστος αντικατάστασης
- κόστος διάθεσης αποβλήτων
- κόστος εθνικής οικονομίας
- κόστος μεταφοράς
- κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού
- κόστος ταξιδίου
- κόστος της προστασίας του περιβάλλοντος
- κόστος της ρύπανσης
- κόστος του νερού
- κόστος-ωφέλεια
- κριτήριο αποδοτικότητας (αποτελεσματικότητας)
- κυβερνητικές περιβαλλοντικές δαπάνες
- λογιστική
- λογιστική του δημοσίου
- λογιστικό σύστημα
- μακροοικονομικός στόχος
- μείωση (του) κόστους
- μελέτη (της) αγοράς
- μέσο οικονομικής διαχείρισης
- μεταχειρισμένο αγαθό (εμπόρευμα, είδος)
- μονοπώλιο
- μορφή διαχείρισης
- μορφή της αγοράς
- νομισματικές σχέσεις
- νομισματική αξιολόγηση
- νομισματική οικονομία
- οικολογική απογραφή
- οικολογική λογιστική
- οικολογικό μάρκετινγκ (οικολογική αγοραστική)
- οικονομία
- οικονομία της αγοράς
- οικονομία της ενέργειας
- οικονομικά
- οικονομική ανάλυση
- οικονομική ανάπτυξη
- οικονομική αποτίμηση του περιβάλλοντος
- οικονομική βιωσιμότητα
- οικονομική διάρθρωση (δομή)
- οικονομική δραστηριότητα
- οικονομική κατάσταση (συγκυρία)
- οικονομική μεγέθυνση
- οικονομική-οικολογική αποδοτικότητα (απόδοση)
- οικονομική πολιτική
- οικονομική πρόβλεψη
- οικονομική των επιχειρήσεων
- οικονομική (υπο)στήριξη
- οικονομικό κίνητρο
- οικονομικό μέσο
- οικονομικό πρόγραμμα (σχέδιο)
- οικονομικός ανταγωνισμός
- οικονομικός τομέας
- οικονομικό σύστημα
- παραγραφή (χρέους)
- παραγωγικότητα
- περιβαλλοντικά οικονομικά των επιχειρήσεων
- περιβαλλοντική επένδυση
- περιβαλλοντική επιδότηση
- περιβαλλοντική λογιστική
- περιβαλλοντικό κόστος
- περιβαλλοντικό πριμ (κίνητρο)
- περιβαλλοντικός φόρος
- περιβαλλοντικό χρηματιστήριο
- περιορισμός του ανταγωνισμού
- πίστη
- πιστωτική διευκόλυνση
- πιστωτική πολιτική
- πλεόνασμα
- πολιτική αμοιβών
- πολιτική ανταλλαγής
- πολιτική για την διατίμηση των πόρων
- πολιτική τιμών
- πράσινη οικονομία
- πράσινο φορολογικό εργαλείο
- προθυμία πληρωμής
- προσφορά και ζήτηση
- πρότυπο (μοντέλο) ανάπτυξης
- προϋπολογισμός
- πρωτογενής τομέας
- ρύθμιση σχετικά με την καταβολή ποσού για τη συσκευασία
- στεγαστικά δάνεια
- στόχοι των επιμέρους επιχειρηματικών κλάδων
- στρέβλωση του ανταγωνισμού
- συγκέντρωση με οικονομικό χαρακτήρα
- σύγκριση συστημάτων
- σύμβαση
- συναλλαγές με αντικείμενο τη μείωση των εκπομπών
- συνοφειλέτης
- σύστημα αμοιβών
- σύστημα σταθερών τελών
- ταμείο παραγωγικότητας
- ταμείο παρέμβασης
- ταμείο περιβάλλοντος
- ταξινόμηση των επιχειρήσεων (οικονομικών δραστηριοτήτων )
- τάση (εξέλιξη) της παραγωγικότητας
- τάση της οικονομίας
- τήρηση λογιστικών βιβλίων
- τιμή
- τιμή άχρηστου υλικού
- τιμή στο αγρόκτημα
- τιμολόγηση βάσει κόστους
- τιμολογιακή πολιτική για το νερό
- τοπική χρηματοδότηση
- τριτογενής τομέας
- (υλικά) αγαθά
- υπερύψωση
- υπόλοιπο (λογαριασμού)
- φορολογία
- φορολογική διαφοροποίηση
- φορολογική πολιτική
- φορολογικό σύστημα
- φόρος
- φόρος (για την εκπομπή) διοξιδίου του άνθρακα
- φόρος εισοδήματος
- φόρος καταναλώσεως
- φόρος κατανάλωσης
- φόρος κεφαλαίου
- φόρος κινήτρου
- φορτίο διάθεσης αποβλήτων
- φορτίο λυμάτων
- φορτίο (φόρτος) αποβλήτων
- χορηγία
- χρέος
- χρέος των αναπτυσσόμενων χωρών
- χρηματαγορά
- χρηματική αποζημίωση
- χρηματική συνεισφορά
- χρηματοδότηση
- χρηματοδότηση του δημοσίου
- χρηματοδοτική ενίσχυση
- χρηματοδοτικό μέσο
- χρηματοπιστωτική αγορά
- χρηματοπιστωτικό ταμείο
In anderen Sprachen
-
Arabisch
-
Armenisch
-
Aserbaidschanisch
-
Baskisch
-
Bulgarisch
-
Dänisch
-
Deutsch
-
Englisch
-
Englisch (Vereinigte Staaten)
-
Estnisch
-
Finnisch
-
Französisch
-
Georgisch
-
Irisch
-
Italienisch
-
Katalanisch
-
Kroatisch
-
Lettisch
-
Litauisch
-
Maltesisch
-
Niederländisch
-
Norwegisch
-
Polnisch
-
Portugiesisch
-
Rumänisch
-
Russisch
-
Schwedisch
-
Slowakisch
-
Slowenisch
-
Spanisch
-
Tschechisch
-
Türkisch
-
Ukrainisch
-
Ungarisch