Angaben zum Begriff

υλικά > φυσικό υλικό > λίπασμα > αγρονομικό πρόσθετο λιπάσματος
... > υλικά > φυσικό υλικό > λίπασμα > φυσικό λίπασμα > organic fertiliser (en) > αγρονομικό πρόσθετο λιπάσματος

Bevorzugte Bezeichnung

αγρονομικό πρόσθετο λιπάσματος  

Definition

  • κάθε ουσία που προστίθεται σε λίπασμα, βελτιωτικό εδάφους ή μέσο καλλιέργειας, με σκοπό να βελτιωθεί η αγρονομική απόδοση του τελικού προϊόντος ή να τροποποιηθεί η περιβαλλοντική κατάληξη των θρεπτικών συστατικών που απελευθερώνονται από τα λιπάσματα

Gehört zur Gruppe

URI

http://www.eionet.europa.eu/gemet/concept/15048

Herunterladen des Begriffs im SKOS-Format: