Angaben zum Begriff
Bevorzugte Bezeichnung
Typ
-
http://www.eionet.europa.eu/gemet/2004/06/gemet-schema.rdf#Group
-
Sammlung
Gehört zur Gruppe
- gemet:groupCollection (gemet)
Gehört zu Array
Gruppenmitglieder
- global mean temperature increase (en)
- global temperature increase (en)
- night noise (en)
- shale gas (en)
- troposheric aerosol (en)
- water stress (en)
- αγωγιμότητα
- αέρια κατάσταση
- αέριο
- αερισμός
- αεροδυναμικός θόρυβος
- αερόλυμα
- αερομεταφερόμενος (ατμοσφαιρικός) θόρυβος
- ακουστική
- ακουστότητα
- ακτίνες Χ
- ακτινοβολία
- ακτινοβολία άλφα
- ακτινοβολία βήτα
- ακτινοβολία γάμμα
- ακτινοβολία περιβάλλοντος
- ανάμ(ε)ιξη
- αναμιξιμότητα
- αναστροφή
- αντανάκλαση
- απολίπανση
- (απο)ξήρανση
- βάρος
- γαλάκτωμα
- γραμμική πηγή ήχου
- διαδικασία διάδοσης
- διάδοση του ήχου
- διαλείπων θόρυβος
- διαλογή
- διαλυτότητα
- διανομή
- διαπερατότητα
- διαστρωμάτωση
- διάχυση
- δονήσεις
- είδος θορύβου
- έκθεση
- ελαστικότητα
- εμβάπτιση
- εμπλουτισμός
- εξάντληση
- εξάτμιση
- εξοικονόμηση ενέργειας
- επίπεδο (στο περιβάλλον)
- επιφανειακή τάση
- ευφλεκτικότητα
- ηλεκτρισμός
- ήχος
- θερμική καταπόνηση
- θερμοκρασία
- θερμότητα [όρος της φυσικής]
- θόλωση
- θόρυβος
- θόρυβος βάθους
- θόρυβος οδικής κυκλοφορίας
- θόρυβος φέροντα οργανισμού
- ιξώδες
- ιον(τ)ίζουσα ακτινοβολία
- καθολική αποξήρανση
- κατάσταση της ύλης
- κοκκομετρία
- κολλοειδές
- κολλοειδής κατάσταση
- κοσκίνιση
- κοσμική ακτινοβολία
- κρυστάλλωση
- κυλιόμενος (μεταπτωτικός) θόρυβος
- μαγνητισμός
- μ(ε)ίγμα αερίων
- μεταβολή της θερμοκρασίας
- μετάδοση του ήχου
- μεταφορά [φυσική]
- μη ιον(τ)ίζουσα ακτινοβολία
- μηχανική δόνηση
- μηχανική των πετρωμάτων
- μικρόκυμα
- οξυγόνωση
- οξύς (διαπεραστικός) θόρυβος
- οσμή
- πεδίο ροής
- πίεση
- πίεση ατμού
- πτητικότητα
- πυκνότητα
- πυρηνική αντίδραση
- πυρηνική σύντηξη
- πυρηνική σχάση
- ραδιενέργεια
- ραδιενεργός ουσία
- ραδιενεργό στοιχείο
- ραδιονουκλεΐδιο
- σημείο βρασμού
- σκληρότητα
- σκόνη
- σταθερός θόρυβος
- στερεά κατάσταση
- στερεά σώματα
- Στερεομεταφορά
- στερεό σωματίδιο
- συγκόλληση
- συμπίεση
- συμπύκνωση
- (συσκευή παραγωγής ακτίνων) λέιζερ
- σχέση ηλεκτρισμού-θερμότητας
- σωματίδιο
- ταχύτητα
- τήξη
- υγρασία
- υγρή κατάσταση
- (υπερηχητικός) κρότος (διάβασης του φράγματος του ήχου)
- υπέρηχος
- υπεριώδης ακτινοβολία
- υπέρυθρη ακτινοβολία
- υπόηχος
- φασματική ζώνη
- φυγοκέντριση
- φυσικές διαδικασίες
- φυσικές ιδιότητες
- φυσική ραδιενέργεια
- φως
- φωτεινότητα
- χρόνος υποδιπλασιασμού
- χρώμα
- ψύξη
In anderen Sprachen
-
Arabisch
-
Armenisch
-
Aserbaidschanisch
-
Baskisch
-
Bulgarisch
-
Dänisch
-
Deutsch
-
Englisch
-
Englisch (Vereinigte Staaten)
-
Estnisch
-
Finnisch
-
Französisch
-
Georgisch
-
Irisch
-
Italienisch
-
Katalanisch
-
Kroatisch
-
Lettisch
-
Litauisch
-
Maltesisch
-
Niederländisch
-
Norwegisch
-
Polnisch
-
Portugiesisch
-
Rumänisch
-
Russisch
-
Schwedisch
-
Slowakisch
-
Slowenisch
-
Spanisch
-
Tschechisch
-
Türkisch
-
Ukrainisch
-
Ungarisch